Μια φορά και έναν καιρό…

Όχι, δεν είναι παραμυθάκι που θα λέμε στα παιδιά μας, ή που κάποιος έλεγε σε μας. Αλλά δε βαριέσαι, μιας και είναι ευκολοχώνευτη μέθοδος ας την δοκιμάσουμε. Ποιος ξέρει, ίσως κάπως έτσι να γίνει ποιο ευχάριστο. Μια φορά και έναν καιρό λοιπόν, ζούσαμε ήρεμα και ωραία σε οικοδομήματα χτισμένα από μάρμαρο, πραγματικά μεγαλουργήματα αρχιτεκτονικής. Πιστεύαμε σε ποικιλία θεοτήτων μιας και είμαστε άνθρωποι αναποφάσιστοι από την φύση μας και ως κοινώς μαζοχιστές! Πάλι καλά που ήρθανε αργότερα οι καλοί Ρωμαίοι και μας κατέκτησαν. Και τελικά τι κατάφεραν; Χειρότερα τα έκαναν. Οι ίδιοι εξελληνίστηκαν, ο ελληνικός πολιτισμός διαδόθηκε ακόμα περισσότερο και εμείς ανενόχλητοι συνεχίζαμε να διαδίδουμε την σκέψης και το ευ φιλοσοφείν, σα δε ντρεπόμασταν! Εμείς με το πανθεϊστικό πρωτότυπο, με την βαθυστόχαστη αλαζονεία μας, φαινόμασταν αμετάβλητοι ιδεολογικά. Τι και αν πέρασαν Πέρσες, Αιγύπτιοι, Ρωμαίοι και τόσοι άλλοι, εμείς τον χαβά μας. Και μιας και κανείς δεν μπορούσε να λυγίσει την κληρονομιά μας, είπαμε και ‘μεις κάπου μεταξύ 4ου και 6ου αι. μ.0. (μετά του μηδενός), μόλις είχαμε αρχίσει να βαριόμαστε οικτρά, να δοκιμάσουμε κάτι ποιο ανατολίτικο… κάτι Εβραϊκό βρε παιδί! Τι το θέλαμε… Αλλά από την άλλη μήπως ήμασταν οι μόνοι;

Και τώρα, τι;! Τι μας έχει πιάσει και έχουμε βαλθεί να αναβιώσουμε αυτά που τελικά αφήσαμε; Αντίδραση; Πείσμα; Ή μήπως είναι κάτι πολύ περισσότερο, μεγαλύτερο; Αναρωτηθήκαμε άραγε αν το παρελθόν μας αποτελεί ένα βάρος, ή μήπως πόσο γλυκό είναι το βάρος αυτό… Σήμερα, μήτε τα παιδιά αλλά και οι σοβαρότεροι των ενήλικων κλείσανε τα μάτια στην μαγεία του τότε και αφιερώθηκαν στην κοινοτυπία του σήμερα με περίσσιο ζήλο. Και ποιο είναι το γλυκό αυτό βάρος; Που είναι η χαμένη μαγεία που μας κάνει να σκιρτούμε από ευχαρίστηση και υπερηφάνεια; Όλα αυτά είναι μια απλή λέξη, που τόσο εύκολα μπορούμε να ξεστομίσουμε αλλά τελικά πόσο καταλαβαίνουμε την πραγματική αξία της;

Μία λέξη… Πολιτισμική κληρονομιά! Καλά δύο λέξεις… αλλά μία έννοια.

Ας εξετάσουμε και το σήμερα. Για να δούμε… Ταχύτητα, τσιμέντο, φακελάκια, πλαστικό φαγητό και άγιος ο θεός! Τουλάχιστον τότε είχαμε μπόλικους να διαλέξουμε…

Πολιτισμική κληρονομιά λοιπόν… Να ένα πολυσυζητημένο θέμα που φαινομενικά είναι αστείρευτο… Ο καθένας το μακρύ του και το κοντό του… Ε, γιατί όχι και ‘γω;

Αναρωτηθήκατε ποιος είναι ακριβώς ο παράγοντας που διατηρεί την συλλογική συνείδηση ενός λαού ή ακόμα και ενός ατόμου; Λέμε ότι είμαστε Έλληνες, και φυσικά κανείς δεν θα το αμφισβητήσει. Και λοιπόν; Εγώ θα πω πως είμαι από την Χονολουλού, ποιος θα με αμφισβητήσει; Οι συγγενείς… Και γιατί;! Διότι φυσικά με έχουν μεγαλώσει ως “Έλληνα”. Και ιδού το αξιοσημείωτο… Όχι απλά ως νεοέλληνα, μα σαν Έλληνα με όλη την σημασία της λέξης!

Για να το περιεργαστούμε λίγο αυτό. Σκεφτόμενοι βιολογικά, καταγωγή δεν υφίσταται. Και όχι μόνο στην Ελλάδα, φυσικά και όχι! Το “μπαστάρδεμα” είναι άθλημα παγκόσμια διαδεδομένο ανά τον κόσμο, χρόοοονια τώρα. Για σκεφτείτε το λίγο… Ελλάδα; Τουρκοκρατία, Γερμανοί, Ιταλοί και δε συμμαζεύεται… Κίνα; Μόνο και μόνο από την επέλαση των Μογγόλων  συνεχίστηκε το σπορ… Γερμανία; Καλά, εκεί κάποτε ένας Εβραίος έκανε το πέμπτο ράιχ και γενοκτονούσε λόγω κομπλεξισμού άλλους Εβραίους εις το όνομα της Άριας Φυλής τρομάρα του… Χίτλερ νομίζω τον έλεγαν; Για την Αμερική δεν θα αναφερθώ καν… Οι ελάχιστοι αληθινοί Αμερικάνοι, οι λεγόμενοι λόγο γκάφας του Κολόμβου Ινδιάνοι, κοντεύουν να μπουν στα αρχεία της Green Peace ως είδος προς εξαφάνιση… Λίγο πολύ αυτό συμβαίνει με όλες τις χώρες, η κάθε μία με το δικό της στυλ μα το άθλημα, άθλημα! Και τώρα με τον τουρισμό… εκεί να δεις πρόσφορο έδαφος. Οπότε γίνεται κατανοητό πιστεύω πως βιολογικά τουλάχιστον, “καθαρή” εθνική καταγωγή δεν μπορεί να υφίσταται… Δε βαριέσαι, τα “μπασταρδάκια” λένε είναι τα ποιο όμορφα. Να και ένας λόγος να το δεχτείς φιλοφρονητικά αν σε αποκαλέσουν έτσι… αν και δεν νομίζω να συμμερίζονται πολλοί το συλλογισμό μου αυτόν.

Οπότε ποιος είναι τελικά αυτός ο “παράγοντας” μου μας καθιστά Έλληνες; Μμμμ… καλή ερώτηση. Πονάω την Ελλάδα και τα παιδιά της, γουστάρω τις παραξενιές μας αλλά και τα καλά μας. Μεγάλωσα ως Έλληνας, έμαθα το αραλίκι και την φραπεδιά, το ουζάκι με το μεζέ, το ξενύχτι μέχρι πρωίας… Νιώθω Έλληνας! ΕΙΜΑΙ Έλληνας και το “γουστάρω”! Ίσως όχι αρκετό για κάποιους, αλλά υπέρ αρκετό για εμένα…

Προσωπικά μεγάλωσα τρέφοντας μεγάλη αγάπη για τις παραδόσεις και τους μύθους του κόσμου, όπως φυσικά και για την Ελληνική παράδοση. Μικρό παιδί του δημοτικού θυμάμαι όταν πρωτάκουσα για τους άθλους του Ηρακλή και τα μπερδέματα των Θεών. Αλλά ήσαν τόσο ρηχές οι περιγραφές και οι εξιστορήσεις της εν λόγο δασκάλας μου, που μου έδινε την εντύπωση πλήρης αδιαφορίας.

Οπότε από μικρός διάβαζα ό,τι περνούσε από τα χέρια μου… Τελείως “φύτουλας”, μιλάω ειλικρινά! Βέβαια, μόνιμο παράπονο της μάνας μου ήταν το ότι δεν έδινα την ίδια προσοχή και στα σχολικά βιβλία. Τι να κάνουμε, δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα! (τυπική δικαιολογία που κατά κάποιο ανεξήγητο λόγο ποτέ δεν κατάφερε να την συγκινήσει…). Μετά από κάποια αρκετά βιβλία έπεσε στα χέρια μου η «Ελληνική Μυθολογία» του Τσιφόρου. Ίσως να ήταν ακριβώς αυτό που χρειαζόμουν, μιας και οι πληροφορίες που έπαιρνα από την δασκάλα μου ήταν της τάξεως του «μια φορά κι έναν καιρό»… τουλάχιστον αυτό το αντίκτυπο είχε πάνω μου.

Αναρωτιέμαι καμιά φορά, το ότι δεν είχα και πολλούς φίλους τότε μήπως οφείλεται στο ότι ενώ τα άλλα παιδάκια διάβαζαν κόμικς εγώ διάβαζα Τσιφόρο και Τόλκιν; Αλλά από την άλλη και κόμικς διάβαζα (και διαβάζω). Έτερον εκάτερον… Μάλλον θα ήταν το ότι δεν συμφωνούσα με την γενική ιδέα της διασκέδασης. Το να διαβάσω ή να ζωγραφίσω μου ήταν τόσο ποιο διασκεδαστικό από τους “κλέφτες και αστυνόμους”. Βέβαια μου άρεσε να χαζεύω ένα τσούρμο πιτσιρίκια να κυνηγιούνται στο σχολικό προαύλιο δίχως λόγου και αιτίας, λες και από αυτό εξαρτιόταν η ζωή τους. Ίσως το ότι θέλησα να μεγαλώσω από τόσο νωρίς δεν ήταν ό,τι ποιο υγιεινό… Μάλλον για αυτή μου την αντικοινωνικότητα και βιασύνη ωριμότητας φταίνε τα γονίδια του πατέρα μου… ποιος ξέρει (α ρε πατέρα!). 

Θυμάμαι χαρακτηριστικά την “περίοδο” του μαθήματος των θρησκευτικών καθώς μαθαίναμε για τον καλό Χριστούλη που ήταν Θεός αλλά ταυτοχρόνως και άνθρωπος,  πετάχτηκα και είπα «σαν τον Ηρακλή, έτσι κυρία;» γεμάτος χαρά το σκασμένο, που ένα μυθικό αρχαιοελληνικό πρόσωπο έμοιαζε τόσο με τον θεάνθρωπο του Χριστιανισμού. Τι το θελα; Ακόμα αναρωτιέμαι για τον λόγο της αντίδρασης των συμμαθητών μου, που ξέσπασαν σε γέλια. Και η δασκάλα μου, που αν και το βλέμμα της έδειχνε να αμφισβητεί την διαπαιδαγώγησή μου (και την ύπαρξη του όποιου σεβασμού φυσικά), μου έκανε σφοδρή παρατήρηση να μη κάνω τον “καραγκιόζη” μέσα στην τάξη. Πάλι καλά που δεν έφαγα και τιμωρία… Δεν μπόρεσα να καταλάβω, πως γίνεται μια ευσεβή απορία να προκαλεί τόση αντίδραση. Και εκείνη την στιγμή κατάλαβα τι είχε συμβεί, γιατί όλοι δεν πίστευαν στην ύπαρξη των Ελλήνων Θεών και ημίθεων: Τους είχαν κάνει πλύση εγκεφάλου εξωγήινοι εισβολείς, και σιγά-σιγά θα έπειθαν τους ανθρώπους πως δεν είναι άνθρωποι, και μετά θα γινόταν η εισβολή και θα κατακτούσαν την Γη μας, και μετά θα γινόμασταν υπηρέτες τους και μετά… χτύπησε το κουδούνι του διαλύματος.

Αναπολώντας τώρα εκείνα τα χρόνια πιστεύω πως ίσως θα έπρεπε να παραμείνω παιδί, λίγο ακόμα. Πραγματικά η οποιαδήποτε θεωρία εισβολής εξωγήινων μοιάζει πολύ καλύτερη από την πραγματικότητα. Αδιαφορία, φανατισμός, δολοπλοκίες… Αυτός είναι ο κόσμος μας. Πόσο θα ήθελα να γυρίσω πίσω, εκεί όπου η αδιαφορία σήμαινε πως δεν έκανες τα μαθήματά σου, όπου φανατισμός ήταν η πεποίθηση πως ο Μπάτμαν ήταν ποιο δυνατός από τον Σούπερμαν, όπου η μεγαλύτερη δολοπλοκία ήταν πώς θα κατάφερνες να κάνεις σκονάκι στο διαγώνισμα χωρίς να σε καταλάβει η δασκάλα. Όμορφες μέρες. Αλλά δεν μετανιώνω, διότι αυτό θα σήμαινε πως όσα θέλησα και όσα πίστεψα είναι ψέμα, και το χειρότερο όλων είναι να ψεύδεσαι στον ίδιο σου το εαυτό. Άσε που τελικά ο Ηρακλής και ο Χριστός δεν έχουν και τόσα κοινά όπως πίστευα τότε…

You can follow any responses to this entry through the RSS 2.0 feed.You can leave a response, or trackback from your own site.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

three × one =