Το μαντείο της Δωδώνης ήταν το δεύτερο σημαντικότερο μαντείο της αρχαιότητας, μετά τους Δελφούς, και η αρχαία παράδοση το θεωρούσε ως το αρχαιότερο ελληνικό μαντείο και το μοναδικό ως έναν καιρό. Βρίσκεται 22 χλμ. νότια των Ιωαννίνων, στη στενή κοιλάδα ανάμεσα στον Τόμαρο και τη Μανολιάσα, σε ύψος 600 μέτρων και η χρήση της θέσης αυτής ανάγεται στους προϊστορικούς χρόνους.
Το μαντείο αναφέρεται στην Αργοναυτική Εκστρατεία, στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια του Όμηρου, από τον Αριστοτέλη καθώς και από τον Ηρόδοτο, ο οποίος αφού επισκέφθηκε τη Δωδώνη αναφέρει ότι οι ιέρειες του επιβεβαίωσαν το μύθο για τα δύο μαύρα περιστέρια που πέταξαν από τη Θήβα της Αιγύπτου. Από αυτά το ένα προσγειώθηκε στη Λιβύη, όπου χτίσθηκε ο ναός του Άμμωνος Διός, και το άλλο στη Δωδώνη, όπου ιδρύθηκε το μαντείο.
Λατρεία, Χρησμοί και Ιερείς του Μαντείου
Στην Δωδώνη από τον 30ο αιώνα π.Χ. και μέχρι τον 20ο αι. π.Χ. λατρευόταν η Θεά Γαία στην οποία θυσιαζόταν ο ιερός ταύρος που γονιμοποιούσε την γη. Η λατρεία του Δία και της Δρυός εισάγεται στη Δωδώνη από κλάδο των Θεσπρωτών (Σελλοί) (19ος – 14ος π.Χ. αιώνας) και σύντομα εξελίσσεται σε κυρίαρχη λατρεία. Πιο συγκεκριμένα στο Ιερό αυτό λατρεύονταν ο Ζεύς ο Πελασγικός, Δωδωναίος και Νάϊος καθώς και η σύζυγός του Διώνη (ηπειρωτική σύλληψη του «θηλυκού» Διός που μαζί με το Δια σχηματίζουν το «Ιερό Ζεύγος». Αργότερα προσετέθη και η Θεά Αφροδίτη ως «Κόρη») και όλα αυτά σε συνδυασμό με το ιερό δέντρο, τη δρυ (βελανιδιά) όπου και κατοικούσε το θεϊκό ζευγάρι.
Οι χρησμοί στο μαντείο δίνονταν με την ερμηνεία του θροΐσματος των φύλλων της βελανιδιάς, του κελαρύσματος του νερού της ιεράς Ναϊου Πηγής, των κρωγμών των ιερών περιστεριών που φώλιαζαν στην Φηγό καθώς και των ήχων από τους χάλκινους λέβητες με τρίποδες που περιστοίχιζαν το ιερό δέντρο και αργότερα από τον ήχο του Δωδωναίου Χαλκείου (μεγάλος λέβητας) που ήταν αναρτημένος επάνω στο δέντρο. Οι ερωτήσεις για τους χρησμούς χαράζονταν πάνω σε μολυβένια ελάσματα, πολλά από τα οποία έχουν βρεθεί στις ανασκαφές.
Οι ιερείς του Μαντείου στην αρχή ήταν μόνο άνδρες, αλλά αργότερα προσελήφθησαν και τρεις ηλικιωμένες γυναίκες, γνωστές ως «Πελειάδες» που τραγουδούσαν τον περίφημο ύμνο «ΖΕΥΣ ΗΝ, ΖΕΥΣ ΕΣΤΙ, ΖΕΥΣ ΕΣΕΤΑΙ. Ω, ΜΕΓΑΛΕ ΖΕΥ !». Χαρακτηριστικό των ιερέων ήταν ότι περπατούσαν ξυπόλυτοι και κοιμόντουσαν στην γη ώστε να είναι σε συνεχή και άμεση επαφή με τη Γη και τον Πατέρα των Θεών και ανθρώπων και να είναι σε θέση να ερμηνεύουν τα θεϊκά σημάδια.
Στο Μαντείο είχε προσέλθει ο Οδυσσέας για να πάρει χρησμό σχετικά με την επιστροφή του στην Ιθάκη καθώς κι ο ήρωας Αινείας από την Τροία, όταν, μετά την καταστροφή της, έλαβε χρησμό για το μέρος που θα έκτιζε τη νέα του πόλη (Ρώμη). Στο Μαντείο της Δωδώνης απευθύνονταν κυρίως οι Ηπειρώτες, οι Μακεδόνες, οι Ακαρνάνες και οι Αιτωλοί, καθώς και κάποιοι από τους υπόλοιπους μη Δωριείς Έλληνες που θεωρούσαν ότι το Δελφικό Μαντείο μεροληπτούσε υπέρ των Δωριέων (αν και ο Κικέρων διασώζει ότι και οι Σπαρτιάτες ακόμη σε θέματα μεγάλης σπουδαιότητας απευθύνονταν στο Μαντείο της Δωδώνης).
Ιστορία του Ιερού
Οι αρχαιολογικές ανασκαφές, δεν απάντησαν στο ερώτημα για τον χρόνο έναρξης της λατρείας στην Δωδώνη, που έως τον 15° π.Χ. αιώνα ήταν αποκομμένη από τη νότιο Ελλάδα. Από τα αρχαιολογικά ευρήματα, υποθέτουμε ότι η λατρεία άρχισε στην πρώιμη εποχή του Χαλκού (κάπου μεταξύ 2600-1900 π.Χ.) και συνεχίστηκε μέχρι το τέλος του 4ου μ.Χ. αιώνος, που την λατρεία του Διός διαδέχεται η Χριστιανική.
Επί πολλούς αιώνες, το Ιερό ήταν υπαίθριο και οι ιεροπραξίες καθώς και οι μαντείες τελούνταν γύρω από τον χώρο της Ιεράς Φηγού. Τα πρώτα αφιερώματα από τη νότιο Ελλάδα εμφανίζονται στα τέλη του 8ου αι. π.Χ. Τον 5ο αιώνα κατασκευάσθηκε η Ιερά Οικία κι ο πρώτος Ναός των Θεών, που αργότερα έγινε μεγαλύτερος, καθώς προστέθηκαν στοές, οικήματα και περίβολος. Το ιερό έφτασε στο ζενίθ της ακμής του τον 3ο αιώνα π.Χ. όταν ο βασιλιάς της Ηπείρου Πύρος χτίζει ένα νέο μεγάλο ναό του Δία, το ναό του Ηρακλή και το θέατρο των 18.000 θέσεων, όπου κάθε τέσσερα χρόνια τελούνταν τα «Νάϊα» προς τιμήν του Θεού Ναϊου ή Τμαρίου ( από το εγγύς όρος Τόμαρο ) Διός. Την ίδια περίοδο ανεγέρθησαν επίσης το Βουλευτήριο της Ηπειρώτικης Συμμαχίας, το Πρυτανείο, καθώς και Ναοί των Θεών Θέμιδος και Αφροδίτης.
Το ιερό καταστράφηκε από τους Αιτωλούς το 219 π.Χ. όταν αυτοί εισέβαλαν στη Δωδώνη, πυρπόλησαν τα κτίρια του ιερού και κατέσκαψαν το μαντείο, γιατί, σύμφωνα με την πληροφορία του ιστορικού Πολύβιου, ήθελαν να αφανιστούν όλες οι συνθήκες Ηπειρωτών και Αιτωλών, που ήταν χαραγμένες στους τοίχους του ναού. Ενώ λεηλάτησαν και έκαψαν όλα τα κτίρια, φαίνεται ότι απέφυγαν να κάψουν το κτίριο του μαντείου για να μη μεταδοθεί η φωτιά και στο ιερό δέντρο. Τον επόμενο χρόνο (218 π.Χ.), ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος Ε΄ και οι Ηπειρώτες ανοικοδόμησαν το ιερό της Δωδώνης. Εκεί όπου βρισκόταν άλλοτε ο μικρός ναός του Διός, κτίστηκε ένας ιωνικός ναός με πρόναο, σηκό και άδυτο και γύρω του κατασκευάστηκε ένας νέος περίβολος με εσωτερικές κιονοστοιχίες και ένα πρόπυλο στη νότια πλευρά του. Ανοικοδομήθηκαν επίσης και οι ναοί της Διώνης και του Ηρακλέους και ανάμεσα στο ιερό και στο θέατρο κτίστηκε μια μεγάλη υπόστυλη αίθουσα με δύο στοές, που χρησίμευε για τις πολιτικές συγκεντρώσεις και ως κατάλυμα των προσκυνητών. Το θέατρο επισκευάστηκε, και κατασκευάστηκε και ένα στάδιο με λίθινα εδώλια στις δύο μακρές του πλευρές και ένας μεγάλος και ψηλός ισοδομικός περίβολος περιέκλεισε ολόκληρο τον χώρο του ιερού.Έτσι το ιερό συνέχισε την πορεία του μέχρι την καταστροφή του από τους Ρωμαίους εισβολείς, το 167 π.Χ. ενώ ανοικοδομήθηκε μόλις το 31 π.Χ. από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Αύγουστο, ύστερα από τη νίκη του στο Άκτιο. Τότε η ορχήστρα του θεάτρου μετατράπηκε σε αρένα, για να τελούνται οι θηριομαχίες, το δημοφιλές θέαμα της τότε εποχής.
Ακόμα και στα τελευταία χρόνια της αρχαιότητας το μαντείο εξακολουθούσε να εμπνέει τον σεβασμό: ο φίλος της ελληνικής παραδόσεως αυτοκράτορας Αδριανός το επισκέφθηκε το 120 μ.Χ. ως προσκυνητής και ο πιστός στην παλαιά θρησκεία Ιουλιανός ζήτησε το 362 μ.Χ., πριν ξεκινήσει για την εκστρατεία εναντίον των Πάρθων, τη συμβουλή του μαντείου.
Το τελειωτικό χτύπημα ήλθε τον 4ο αιώνα μ.Χ. με το διάταγμα του Θεοδοσίου του Μεγάλου, που έβαλε τέλος στην λατρεία του δωδεκάθεου στην έκταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Το 391 μ.Χ., επί αυτοκράτορας Θεοδοσίου, κόπηκε και το ιερό δένδρο από το βέβηλο χέρι κάποιου Ιλλυριού και το ιερό εγκαταλείφθηκε. Επάνω στα ερείπιά του κτίστηκαν οι δύο Χριστιανικές Βασιλικές Εκκλησίες, ενώ οι επιδρομές των διαφόρων βαρβάρων ολοκλήρωσαν την καταστροφή του ιερού. Τον 6ο αι. μ.Χ. οι εχθρικές επιδρομές ερήμωσαν την περιοχή, και τα ερείπια καλύφτηκαν με τον καιρό από τη λάσπη των χειμάρρων του Τομάρου. Οι κάτοικοι τής Δωδώνης κατέφυγαν στα βουνά ή εγκαταστάθηκαν στην περιοχή Εύροια που αργότερα πήρε το όνομα Ιωάννινα.
Τα σημαντικότερα μνημεία:
Η Ιερά Οικία (Ναός Διός) Παρουσιάζει τέσσερις τουλάχιστον οικοδομικές φάσεις. Η αρχαιότερη μορφή του ιερού δεν γνωστή. Αρχικά ήταν υπαίθριο με ένα κύκλο χάλκινων λεβήτων σε τρίποδες γύρω από την ιερή βελανιδιά. Ο πρώτος ναός κτίστηκε στις αρχές του 4ου π.Χ. αιώνα. Ακολούθησαν επεκτάσεις και διορθωτικές επεμβάσεις κατά τον 4ο, 3ο και 2ο π.Χ. αιώνα.
Το Θέατρο, με χωρητικότητα 18.000 ατόμων είναι ένα από τα μεγαλύτερα Θέατρα της Ελλάδας και κατασκευάστηκε τον 3ο π.Χ. αιώνα επί Πύρρου. Τα κυριότερα τμήματά του ήταν το κοίλο, η ορχήστρα, η δωρική στοά και ξύλινο προσκήνιο. Καταστράφηκε το 219 π.Χ. από τους Αιτωλούς. Στα τέλη του 3ου π.Χ. αιώνα αποκαταστάθηκε και συμπληρώθηκε για να καταστραφεί ξανά το 167 π.Χ. από τον Αιμίλιο Παύλο. Τον 1ο π.Χ. αιώνα λειτουργούσε σαν αρένα.
Το Βουλευτήριο. Αποτελείται από αίθουσα διαστάσεων 43.60 Χ 32.35 μ. και δωρική στοά στην πρόσοψη. Κατασκευάστηκε στα τέλη του 4ου ή αρχές του 3ου π.Χ. αιώνα. Ανοικοδομήθηκε μετά την πυρπόλησή του από τους Αιτωλούς το 219 π.Χ. και μετά την καταστροφή του από τους Ρωμαίους (167 π.Χ.). Επισκευάστηκε επί Αυγούστου και λειτουργούσε ως τα τέλη του 1ου π.Χ. αιώνα.
Το Στάδιο. Δεν είναι πλήρως ανασκαμμένο και είναι ένα από τα λίγα αρχαία στάδια με λίθινα καθίσματα (21 ή 22 σειρές). Είναι σύγχρονο με τη δεύτερη οικοδομική φάση του θεάτρου (τέλη 3ου π.Χ. αιώνα).
Η Ακρόπολη. Βρίσκεται στην κορυφή του λόφου και περιβάλλεται από πολυγωνικό τείχος του 4ου π.Χ. αιώνα, περιμέτρου περίπου 750 μ. Το τείχος ενισχύεται κατά τόπους με ορθογώνιους πύργους και διακρίνονται τρεις πύλες. Στο εσωτερικό του τείχους διακρίνονται θεμέλια κτιρίων και υπόγεια δεξαμενή νερού λαξευμένη σε βράχο.
Το Πρυτανείο. Ορθογώνιο οικοδόμημα του 4ου π.Χ. αιώνα. Είναι το αρχαιότερο κτίριο του ιερού μετά την “Ιερά Οικία” και χρησίμευε ως κατάλυμα των ιερέων του Δία ή των ηγεμόνων του Κοινού των Μολοσσών. Καταστράφηκε το 219 π.Χ. από τους Αιτωλούς.
Άλλες Χρήσιμες Πληροφορίες:
• Τα αρχαιότερα ευρήματα της ανάγονται στην πρωτοελλαδική εποχή (2.600-2.000 π.Χ.).
• Το όνομα Δωδώνη πιθανόν προήλθε από την ομώνυμη ωκεανίδα Νύμφη ή από τον Δώδωνο ποταμό.
• Η Δωδώνη κατοικείτο από τους Σελλούς πριν από τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνος και από την φυλή τους ήταν και οι πρώτοι ιεροφάντες του Θεού Δια.
• Σύμφωνα με τον μύθο, από την Ιερά Φηγό του Μαντείου της Δωδώνης πήρε η Θεά Αθηνά το κομμάτι ξύλου που έβαλε στην πλώρη της Αργούς και είχε την ικανότητα να προφητεύει το μέλλον.
• Η μεγάλη λατρευτική παράδοση της ιερής φηγού (βελανιδιάς) και των αρχαίων κτισμάτων, συνεχίζεται από τον 4° αιώνα μ.Χ. με την Χριστιανική πίστη, όπως αποδεικνύεται από τα ερείπια της χριστιανικής βασιλικής του 5ου και 6ου αιώνα.
• Οι πρώτες ανασκαφές έγιναν από τον Κ. Καραπάνο το 1875, επιβεβαίωσαν τη θέση του Ιερού και απέδωσαν πολυάριθμα ευρήματα. Ακολούθησαν ανασκαφές από την Αρχαιολογική Εταιρεία τις περιόδους 1913 – 1921, 1929 – 32 και 1952 – 1959.
Πηγές:
- http://www.ddodoni.gr/
- http://www.culture.gr/2/21/211/21112a/g211la01.html
- http://ioannina.uoi.gr/sights/ancient_dodoni.html
- http://6dim-ioann.ioa.sch.gr/nomos_istoria.htm
- http://www.nyloo.com/html/ent/516/ent.39516.2.asp
- Εγκυκλοπαίδειες Τομή και Πανόραμα
Leave a Reply