Σαν Παιχνίδι

Αποσπάσματα από το βιβλίο του Χρήστου Ζ. Κώνστα «Η Αρχαιοελληνική Βίβλος των Νεκρών» εκδ. ΑΡΧΕΤΥΠΟ, 2007.


Μοιάζει σε μας παράξενο ότι και οι αρχαίοι είχαν παιχνίδια «εξομοίωσης» (simulators) γιατί νομίζουμε ότι χρειάζεται τεχνολογία για κάτι τέτοιο. Οπωσδήποτε χρειάζεται κάποια τεχνολογία, αλλά περισσότερο χρειάζεται τέχνη και εφευρετικότητα και αυτά δεν έλειπαν από τους αρχαίους. Άλλωστε το κάθε παιχνίδι, ως «μίμηση πράξεως», είναι ένα είδος εξομοίωσης. Στο θέμα όμως των Καταβάσεων στον Άδη κάποια πολύ ειδικά παιχνίδια έπαιξαν ρόλο. Μας είναι τόσο οικεία σήμερα για να περνάμε την ώρα μας ευχάριστα ώστε να φαίνεται δύσκολο να δούμε ότι μέσα από αυτά τα παιχνίδια οι αρχαίοι «ψυχαγωγούνταν» στην κυριολεξία: άγονταν η ψυχή τους… προς τον Άδη. Πρόκειται για τα γνωστά μας «Επιτραπέζια» παιχνίδια και την πιο πρόσφατη εξέλιξή τους: τα παιχνίδια ρόλων, τα RPG. Μόνο που η πρόσφατες εξελίξεις είναι μόνο στην ορολογία. Επιτραπέζια παιχνίδια και παιχνίδια ρόλων υπήρχαν πάντοτε, η ιστορία τους χάνεται στα προϊστορικά χρόνια, και η πορεία τους μέχρι σήμερα όσο απίστευτο κι αν φαίνεται πρόκειται για παλαιολιθική κληρονομιά!

Αυτή η παλαιολιθική κληρονομιά διατηρήθηκε στον Ελλαδικό χώρο και έφτασε, όπως δείχνουν τα ευρήματα, σε κάποιο αποκορύφωμα στην Μινωική Κρήτη: Οι Μινωικές χρησιμοποιούσαν σπήλαια ως λατρευτικούς χώρου, φαίνεται ότι οι σημαντικότερες θεότητές τους ήταν «χθόνιες» και ήταν θεματοφύλακες του «Λαβύρινθου»: ενός πρότυπου «δαιδαλώδους», ίσως τεχνητού, σπηλαίου. Ο Λαβύρινθος και ο Μίτος της Αριάδνης είναι πολύ πιθανό να αποτελούσαν έννοιες Καθόδου στον Άδη και Επιστροφής. Είχαν ακόμα κι ένα παιχνίδι για την Περιπέτεια της ζωής και το ταξίδι με επιστροφή στον Άδη: Το περίφημο παιχνίδι της Κνωσού – ένα είδος επιτραπέζιου περισσότερο σαν το τάβλι παρά το σκάκι – ήταν ένα πραγματικό προϊστορικό Παιχνίδι Ρόλων (RPG) που εξομοίωνε ένα τέτοιο «ταξίδι».

Αυτό ακριβώς είναι εκείνο όμως το οποίο τα κάνει ενδιαφέροντα στο ζήτημα της αρχαίας Ελληνικής Βίβλου των Νεκρών: σε διάφορες περιόδους της ιστορίας ξέρουμε ότι είχαν άμεση σχέση με αυτό που λέμε «μυητικό» ταξίδι και πιο ειδικά με τις «Καταβάσεις» στον Κόσμο των Νεκρών. Είτε ως «Λαβύρινθοι» πάνω σε πέτρες, με τη μορφή που ξεκίνησε από  προϊστορικά «παιχνίδια» (ακόμα και το «κρυφτό»!) είτε ως παιχνίδια τέχνης και τύχης (Παιχνίδι τέχνης είναι ένα παιχνίδι όπου οι αντίπαλοι έχουν ίσες ευκαιρίες κίνησης (π.χ. το σκάκι) ενώ ο παράγων τύχη εισάγεται σε παιχνίδια με «ζαριές». Ίσως όμως να μην είναι άσχετο ότι η λέξη «τύχη» στην αρχαιότητα σήμαινε και «τέχνη»).

Είναι αρκετών ειδών τα παιχνίδια που σχετίζονται με τις καταβάσεις. Κάποια που σχετίζονται με «λαβύρινθο», κάποια με «πορείες» μέσα σε κινδύνους, ενώ υπάρχουν και εκείνα της καθαρής «τύχης» τα οποία βρίσκονται πιο κοντά στη μαντική.

Ένα από τα παιχνίδια «πορείας» (ή «αγώνα δρόμου»), το παλαιότερο «πραγματικό» επιτραπέζιο που έχει βρεθεί με τη φυσική του μορφή, έχει βρεθεί στην Μεσοποταμιακή Ουρ, είναι το «Βασιλικό παιχνίδι της Ουρ». Παιχνίδια τέτοιους είδους έχουν βρεθεί ακόμα και από προϊστορικές εποχές της λίθινης εποχής, είναι όμως σκαλισμένα πάνω σε πέτρες ή βράχο και χωρίς διακοσμήσεις. Απλά η κάθε «θέση» ήταν μια τρύπα σκαμμένη στην πέτρα. Το «Βασιλικό παιχνίδι της Ουρ» θα μπορούσε να τραβήξει το σύγχρονο μάτι στις χριστουγεννιάτικες βιτρίνες χωρίς να υποψιαστεί κανείς ότι πρόκειται για παιχνίδι 4500 χιλιάδων ετών! Έχει περιποιημένο κουτί που κλείνει, διακόσμηση, χρώματα, πιόνια και ζάρια (μόνο οι οδηγίες χρήσεως έλλειπαν αλλά και αυτές βρέθηκαν σε μια από τις πιο μεταγενέστερες πινακίδες σφηνοειδούς γραφής, των Ελληνιστικών και Ρωμαϊκών ετών, από το 177 π.Χ. την εποχή των Σελευκιδών της Συρίας). Πράγμα που δείχνει ότι το παιχνίδι παιζόταν μέχρι τα χρόνια του Ιουλίου Καίσαρα, τουλάχιστον!

Το ίδιο παλιά είναι και μια σειρά από πολύ παρόμοια παιχνίδια που βρέθηκαν στην Αίγυπτο.

Φαίνεται ότι η «βιομηχανία» των επιτραπέζιων παιχνιδιών ήταν ήδη ανεπτυγμένη στην Αίγυπτο του στην περίοδο 3300 ως 2700 π.Χ. (5300 χρόνια από σήμερα!) και το παλαιότερο παιχνίδι που έχει διαπιστωθεί (σε τοιχογραφίες) ονομάζεται Senet, το οποίο είναι παιχνίδι «πορείας» ενώ υπήρχε και μια myltiplayer (για πολλούς παίκτες) παραλλαγή, το Mehen, να ακολουθεί από κοντά σε τοιχογραφίες του 3000 π.Χ. Αυτό ήταν περισσότερο «λαβύρινθου». Το Senet ήταν ένα παιχνίδι 30 τετραγώνων με τρόπο παιχνιδιού που θυμίζει το σημερινό τάβλι, ενώ το Mehen έμοιαζε με το γνωστό μας «φιδάκι» αλλά παίζονταν σε μια κυκλική «πίστα» που θυμίζει εκπληκτικά το «Δίσκο της Φαιστού», με τη διαφορά ότι πάνω της δεν υπάρχουν τυπωμένα στοιχεία – ιδεογράμματα – και ότι ο «Δίσκος της Φαιστού» ήταν σα μινιατούρα, πολύ μικρός για παιχνίδι (εκτός κι αν ήταν παιχνίδι τσέπης). Με αυτό σχετίζονται όλα τα άλλα ανάλογα αρχαία παιχνίδια που βρέθηκαν, το «Βασιλικό παιχνίδι της Ουρ» από το 2700 π.Χ. (20 τετραγώνων), τα μεταγενέστερα Αιγυπτιακά παιχνίδια των «20 τετραγώνων» Aseb και Tau, και το «παιχνίδι της Κνωσού» (14 «τετραγώνων», κύκλων στην πραγματικότητα, συν 4 βοηθητικών, συν μιας «σκάλας εισόδου» και ενός «ποταμού» χάσματος).

Το παιχνίδι «Σενέτ» της Αιγύπτου

Τα παιχνίδια ακόμα – ειδικά όσα χρησιμοποιούσαν «ζάρια» είτε όπως τα ξέρουμε σήμερα, και σε διάφορα γεωμετρικά σχήματα, είτε τους «κλασικούς» αστραγάλους, τα κότσια – χρησιμοποιούνταν γενικότερα στη μαντική και στο να «μάθει» ο άνθρωπος «το θείο θέλημα».

 

 

Το παιχνίδι των βασιλικών τάφων της Ουρ

Αυτή η σχέση παιχνιδιών και υπερβατικού έκανε τα παιχνίδια ακόμα και στόχο «απαγορεύσεων»! Υπήρχε περίοδος στην αρχαία Αίγυπτο (όταν στην Ελλάδα ήταν η Μινωική εποχή) όπου κάποια επιτραπέζια παιχνίδια είχαν απαγορευτεί. Επίσης ένας αρχαίος κατάλογος παιχνιδιών που έχουμε προέρχεται στην πραγματικότητα από ένα κατάλογο «απαγορευμένων», για τον Βούδα, παιχνιδιών – ήταν παιχνίδια τα οποία ο Gautama Buddha (~ 5ος αιώνας π.Χ.) έλεγε ότι δεν ήθελε να παίζει Brahma-jala Sutta (Διάλογοι του Βούδα) και Vinaya, ανάμεσά τους τα ζάρια και τα επιτραπέζια! Τελικά ο «πόλεμος» που δέχτηκε το Dungeons and Dragons από μερίδα θρησκευόμενων στις δεκαετίες του 1970 και 1980 έχει πολύ βαθύτερες ρίζες απ’ όσο υποψιαζόμαστε!

    

Σύγκριση μεταξύ των παιχνιδιών της Ουρ (αριστερά) και της Κνωσσού (δεξιά).

Η παραλλαγή αυτών των παιχνιδιών που βρέθηκε στην Κρήτη

«Το Παιχνίδι της Κνωσού» είναι ένα από τα παλαιότερα παιχνίδια στον κόσμο, κι από τα ομορφότερα αισθητικά θα έλεγα. Ανακαλύφθηκε στην Κρήτη το 1897 από τον Έβανς στα ερείπια του ανακτόρου του Μίνωα στην Κνωσό και χρονολογείται από το 1600 π.Χ. Ονομάστηκε Μέγα Ζατρίκιο (μεγάλο σκάκι δηλαδή), αλλά είναι γνωστό και ως Το σκάκι της Κνωσού ή απλά Το Παιχνίδι της Κνωσού. Στην πραγματικότητα δεν ξέρουμε ούτε το όνομα που έδιναν σ’ αυτό το παιχνίδι οι Μινωίτες, ούτε τους κανόνες του. Αν και ονομάστηκε Ζατρίκιο, σκάκι δηλαδή, μάλλον το παίξιμό του έμοιαζε περισσότερο με την Ντάμα ή ακόμα πιο πολύ με το Τάβλι.

Να είναι άραγε «Το παιχνίδι της Ζωής»; Κάποια από τις εφευρέσεις του Δαίδαλου; Το σίγουρο είναι ότι μοιάζει υπερβολικά με το παιχνίδι της Ουρ και τα αντίστοιχα Αιγυπτιακά. Γι’ αυτό και θεωρείται πως ανήκει στην ίδια «οικογένεια» παιχνιδιών. Είναι μεταγενέστερο από εκείνα της Ουρ και σύγχρονο με τα Αιγυπτιακά. Είναι όμως κάπως ποιο απλοϊκό στο παίξιμο (το …gameplay που λέμε σήμερα!) ενώ ταυτόχρονα είναι πολύ περίτεχνο, σχεδόν «μπαρόκ», με πιο περίπλοκα στοιχεία παρά το απλοϊκότερο gameplay. Ίσως λοιπόν να είναι, ως παιχνίδι, το ίδιο παλιό με εκείνα τις Μεσοποταμίας – ίσως και παλαιότερο αν λάβουμε υπόψη μας τον πιο απλό τρόπο παιξίματος – και απλά το συγκεκριμένο «σετ» που βρέθηκε να είναι μεταγενέστερο και πιο πρόσφατης κατασκευής.

Όταν βρέθηκε δεν συμφωνούσαν όλοι ότι πρόκειται για παιχνίδι, αλλά κάποιοι υπέθεταν ότι είχε τελετουργική, θρησκευτική ή και απλά διακοσμητική χρήση.

Το 1936 στη Μεσοποταμία βρέθηκε στους βασιλικούς τάφους της Ουρ κι έτσι αποκαλείται «το παιχνίδι των βασιλικών τάφων της Ουρ». Ανακαλύφθηκαν μάλιστα (στο σημερινό Ιράκ) πλήρη επιτραπέζια παιχνίδια -με τα πιόνια τους (7 για κάθε παίκτη σε σχήμα μάρκας, όπως στο Τάβλι) και τα ζάρια τους (3 ή 4 περίεργα δυαδικά πυραµιδοειδή ζάρια για κάθε παίκτη). Χρονολογούνται από το 2600 π.Χ. και μοιάζουν πολύ με το Παιχνίδι της Κνωσού. Μόνο που εκείνο της Μεσοποταμίας συνέχισαν να το παίζουν μέχρι και την Ελληνιστική περίοδο των Σελευκιδών. Από εκείνη την εποχή (1ος αιώνας π.Χ.) έχουμε και πληροφορίες για το πώς παιζόταν.

Επίσης, παιχνίδια που μοιάζουν μ’ αυτά της Ουρ και της Κνωσού βρέθηκαν στη Αίγυπτο, όπου παιζόταν από το 3000 π.Χ. ως το 400 μ.Χ. Υπήρχαν αρκετές παραλλαγές μέσα σε τόσες χιλιάδες χρόνια με πιο κοντινές σ’ εκείνες της Ουρ και της Κνωσού τα παιχνίδια Σενέτ και Ταυ. Ήταν γνωστό το πως παιζόταν αφού η διάδοσή τους ήταν μεγάλη και κατά την περίοδο της Ελληνικής και Ρωμαϊκής κυριαρχίας στην Αίγυπτο.

Αργότερα βρέθηκε και μια πήλινη πινακίδα σε σφηνοειδή (μεσοποταμιακή) γραφή που μιλούσε (κάπως ποιητικά) για το πως παιζόταν το παιχνίδι των βασιλικών τάφων της Ουρ. Χάρη σ’ αυτές τις ανακαλύψεις μπόρεσαν να γίνουν μερικές υποθέσεις για το πως παιζόταν και το Παιχνίδι της Κνωσού που μοιάζει να είναι παραλλαγή των παιχνιδιών της Ουρ και της Αιγύπτου. Είναι μάλιστα κάπως απλούστερο από τα άλλα, αλλά και με πιο περίτεχνη κατασκευή, πράγμα που οδήγησε σε υποθέσεις ότι επρόκειτο για απλοποιημένη μορφή του Βασιλικού Παιχνιδιού της Ουρ, ή επίσης πιθανό, πρόγονός του. (Αυτό που βρέθηκε στην Κνωσό είναι βέβαια 1000 χρόνια νεότερο από εκείνα της Ουρ, αλλά θα μπορούσαν να υπάρχουν παλαιότερα ξύλινα σετ που δεν διατηρήθηκαν μέχρι σήμερα). Αυτό που βρέθηκε στην Κνωσό είναι φτιαγμένο από πολύτιμα υλικά και είναι χρωματισμένο γαλάζιο, ασημί και λευκό. Φυλάσσεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου στην Κρήτη.

Αυτά τα παιχνίδια περιλαμβάνουν μια διαδρομή για τα πιόνια (ή πούλια) που αποτελείται από δύο μέρη. Τα δύο μέρη τα χωρίζει ένα κενό, ο ποταμός. Μερικές φορές τα ενώνει μια γέφυρα. Οι παίκτες έπρεπε ξεκινώντας από το ένα μέρος να υπερβούν το ποτάμι περνώντας τη γέφυρα και να φτάσουν στο απέναντι μέρος κι έπειτα, πάλι μέσω της γέφυρας να επιστρέψουν. Όλα αυτά γινόταν με ζαριές (πυραμιδοειδών ζαριών), ενώ υπήρχαν εμπόδια, «επικίνδυνα» τετράγωνα και παγίδες, και ο αντίπαλος που προσπαθούσε να «χτυπήσει» τα κομμάτια του άλλου. Ειδικά στο ποτάμι, η γέφυρα έπρεπε να δημιουργηθεί με τις κατάλληλες ζαριές και ήταν δύσκολο το πέρασμα.

Σ’ αυτό το παιχνίδι βλέπουν σήμερα (από τις πληροφορίες που υπάρχουν) την Περιπέτεια της Ζωής και το ταξίδι στον Κόσμο των Νεκρών, με επιστροφή. Το πρώτο τμήμα συμβολίζει τη ζωή, με τα εμπόδια, τον αντίπαλο και τις τυχαίες ζαριές να αντιπροσωπεύουν τους κινδύνους και τις ευκαιρίες της ζωής, ενώ το δεύτερο τμήμα (στο παιχνίδι της Κνωσού πιο περίπλοκο) ήταν ο Κάτω Κόσμος. Το ποτάμι συμβόλιζε το «χάσμα» ανάμεσα στους δύο κόσμους, του ήλιου και των ζωντανών, και του σκοταδιού και των νεκρών. Αυτό το χάσμα έπρεπε να «γεφυρωθεί», οι παίκτες έπρεπε να επισκεφθούν τον κόσμο των νεκρών και να καταφέρουν να επιστρέψουν στον κόσμο των ζωντανών: μια σχηματοποιημένη αναπαράσταση της αρχαίας Ελληνικής Βίβλου των Νεκρών.
Στην Κρήτη ακόμα παιχνίδια με «Λαβύρινθους» δείχνουν επίσης τη σχέση παιχνιδιών και μεταφυσικών αναζητήσεων.

Ακόμα και για τον περίφημο «Δίσκος» της Φαιστού έχουν γίνει εικασίες ότι πρόκειται και «πίστα» επιτραπέζιου παιχνιδιού!


Το layout του Δίσκου της Φαιστού ως «επιτραπέζιο» (με 2 level, αν αναλογιστούμε ότι είναι διπλής όψης!!!)

Σήμερα γίνεται συζήτηση για το πώς αυτά τα παιχνίδια απέκτησαν «θρησκευτικό» περιεχόμενο. Μια σχολή θεωρεί ότι πρώτα χρησιμοποιήθηκαν ως ευχάριστος τρόπος να περάσει κανείς την ώρα (όχι «ψυχαγωγία» προς τον Άδη, γι’ αυτό δεν χρησιμοποιών τον όρο «ψυχαγωγία», ούτε και τη λέξη «διασκέδαση»=προς τις σκιές/είδωλα, η οποία επίσης σχετίζεται με τον κόσμο των σκιών, τον Άδη). Έπειτα λένε απέκτησαν θρησκευτικό νόημα ως μυητικά εργαλεία. Αυτό πράγματι μπορεί να στοιχειοθετηθεί από την Αίγυπτο, όπου για το παιχνίδι Senet (ή και το Ταυ) ξέρουμε ότι χρησιμοποιούνταν με εντελώς κοσμικό χαρακτήρα κατά την 3η χιλιετηρίδα π.Χ. και έπειτα στην 2η χιλιετηρίδα άρχισαν να αποτελούν μέρος της μυητικής διαδικασίας. Όμως υπάρχουν ενδείξεις ότι τα επιτραπέζια παιχνίδια, παιχνίδια τύχης (αλλά και μορφές θεάτρου σκιών) χρησιμοποιούνταν από πιο παλιά ως μέθοδοι «μαντικής» ή «διάκρισης του θείου θελήματος». Μια ειδική μορφή που μοιάζει με τα  επιτραπέζια της Ούρ, της Αιγύπτου και της Κρήτης, αλλά που δεν ήταν παιχνίδι, ήταν και το «Εφόδ» – ο σάκος που φορούσε στο θώρακα ο Ιουδαίος αρχιερέας – με τα Ουριμ και τα Θουμίμ και που οι Ισραηλίτες χρησιμοποιούσαν ως μέθοδο προφητείας. Μια σειρά από ανάλογα αντικείμενα, όπως το Μικκου και Πουκου του Γιλγαμές και οι Πινακίδες του Πεπρωμένου του Αιγυπτίων δείχνουν τη στενή σχέση παιχνιδιού και υπερβατικού, και δίνουν μια ακόμα διάσταση στο γιατί έννοιες όπως «τύχη», «ψυχαγωγία», και «διασκέδαση» έχουν ταυτόχρονα αλλά διαφορετικά νοήματα  και στην καθημερινή ζωή και στη θρησκευτική, και ειδική σχέση με τον Άδη.

Η ανεύρεση αυτών των παιχνιδιών σε τρεις διαφορετικές περιοχές που όλες είχαν κληρονομήσει το μυστικό του να «πεθάνεις πριν πεθάνεις» για να ζήσεις καλύτερα, τη Σουμερία, την Αίγυπτο και την Κρήτη δεν είναι σύμπτωση. Είναι πιο πολύ ένδειξη ότι τα παιχνίδια αυτά, και ίσως και άλλα που δεν έχουμε βρει χρησίμευαν στην «εκπαίδευση» για «Κατάβαση» στον Άδη.

Ο Ψυχοπομπός

Ο βασικός «βοηθός» σε όλα αυτά ήταν κάποιος που έπαιζε το ρόλο του οδηγού-ψυχοπομπού. Όπως η Κίρκη στην περίπτωση του Οδυσσέα. Στα ιστορικά χρόνια το ρόλο αυτό έπαιζαν άνδρες, αλλά δεν ήταν πάντα έτσι, ούτε πάντοτε. Στις παλαιότερες παραδόσεις είναι κάποια γυναίκα, «μάγισσα» ή/και θεά. Στα κατοπινά χρόνια οι γυναίκες – μάγισσες – είχαν περιοριστεί και έπαιζαν αυτό το ρόλο στις περιπτώσεις συχνά, «απόκρυφης», Νεκυομαντείας (Νεκρομαντείας), και ίσως σε αγροτικά μυστήρια (συχνά «παράνομα»), ενώ στα «επίσημα» Εγκοιμητήρια, στα Ονειρομαντεία και Νεκρομαντεία, ή στα αστικά μυστήρια ήταν άντρες.

Το Ποτάμι

Ένα βασικό στοιχείο του ταξιδιού «κατάβασης» προς τον Άδη ήταν το Ποτάμι: το μεγάλο χώρισμα ανάμεσα στον κόσμο των ζωντανών και τον κόσμο των νεκρών. Ήταν το πρώτο και το τελευταίο εμπόδιο που συναντούσε ο άνθρωπος που επιχειρούσε την κατάβαση. Εξωτερικά αυτό το ρόλο τον έπαιζαν οι ποταμοί, οι λίμνες, ή λάκκοι, αλλά όταν άρχιζε το «βίωμα» τα σύμβολα αποκτούσαν «υπόσταση» (τουλάχιστον μέσα στον νου των ανθρώπων). Έτσι η καθοδήγηση της ψυχής – η ψυχαγωγία στην κυριολεξία δηλαδή! – συνέβαινε να περιλαμβάνει και κάτι «ψυχαγωγικό» όπως αντιλαμβανόμαστε εμείς τη λέξη σήμερα. Το παιχνίδι!

Ώρα για Ψυχαγωγία!

Είναι αξιοσημείωτο ότι ο όρος «Ψυχαγωγία» από εκεί που σήμαινε το να σύρεις μια ψυχή στον Άδη κατέληξε να σημαίνει τη διασκέδαση (το οποίο επίσης έχει να κάνει με θέμα του Άδη: το «σκόρπισμα» του ανθρώπου, η διάσπαση, σε σώμα που διαλύεται και στο Είδωλο, τη Σκιά που φτάνει στον Άδη!).

Αυτή η παλαιολιθική κληρονομιά διατηρήθηκε στον ελλαδικό χώρο και έφτασε, όπως δείχνουν τα ευρήματα, σε κάποιο αποκορύφωμα στη Μινωική Κρήτη. Εκεί χρησιμοποιούσαν σπήλαια ως λατρευτικούς χώρους, οι σημαντικότερες θεότητές τους ήταν «χθόνιες» και ήταν θεματοφύλακες του Λαβύρινθου: ενός πρότυπου «δαιδαλώδους», ίσως τεχνητού, σπηλαίου. Ο Λαβύρινθος και ο Μίτος της Αριάδνης είναι πολύ πιθανό να αποτελούσαν έννοιες καθόδου στον Άδη και επιστροφής. Είχαν ακόμα κι ένα παιχνίδι για την περιπέτεια της ζωής και το ταξίδι με επιστροφή στον Άδη: το περίφημο παιχνίδι της Κνωσού – είδος επιτραπέζιου παιχνιδιού, πιο κοντά στο σημερινό τάβλι παρά στο σκάκι – ήταν ένα πραγματικό προϊστορικό παιχνίδι ρόλων (RPG) που εξομοίωνε ένα τέτοιο «ταξίδι». Σήμερα αποκαλείται Μέγα Ζατρίκιο», αλλά ίσως να μην ήταν το μόνο επιτραπέζιο παιχνίδι της Κρήτης. Εικάζεται ότι και οι απεικονίσεις λαβυρίνθων θα μπορούσαν να έχουν παρόμοια χρήση – εκπαιδευτική ίσως πριν τη μυητική είσοδο σε πραγματικό λαβύρινθο.

Το παιχνίδι της Κνωσού

Το «Παιχνίδι της Κνωσού» είναι ένα αρχαίο επιτραπέζιο παιχνίδι που βρέθηκε στο Ανάκτορο της Κνωσού στην Κρήτη. Ως παιχνίδι είναι της κατηγορίας “αγώνα ταχύτητας”, γεμάτο αγωνία και εκπλήξεις. Είναι όμως ταυτόχρονα και κάτι παραπάνω. Πρόκειται για έναν αρχαίο «εξομοιωτή» της Ζωής και του ταξιδιού στον Άδη με επιστροφή. Ως εμπνευσμένο από την ίδια τη ζωή, αφορά έναν “αγώνα μετ’ εμποδίων” αγώνα όμως προς που;

Η παρουσία ενός «κενού» ανάμεσα στα δύο μέρη της πίστας και ο συσχετισμός του παιχνιδιού με άλλα πολύ παρόμοια που βρέθηκαν στην Μεσοποταμία και στην Αίγυπτο – για τα οποία έχουμε πολύ περισσότερες πληροφορίες – έχει δείξει ότι αυτό το «κενό» έπαιζε το ρόλο του Ποταμού-Ωκεανού που χωρίζει τον ορατό κόσμο των ζωντανών από τον αόρατο κόσμο των νεκρών, που βρίσκεται πέρα από τη θάλασσα εκεί όπου δύει ο ήλιος: Το «χάσμα».

Οι παίκτες χρειάζεται να δείξουν ικανότητα για σωστές αποφάσεις, αλλά και να έχουν τύχη με τις «ζαριές».

Το παιχνίδι συνοπτικά

Η πίστα του παιχνιδιού της Κνωσού αποτελείται από δύο «πεδία», ένα μεγαλύτερο αρχικό και ένα μικρότερο. Ανάμεσα στα δύο «πεδία» υπάρχει ένα «χάσμα» – ο Ποταμός. Μόνο με συγκεκριμένη ζαριά μπορεί να υπερπηδηθεί το χάσμα.

Το κάτω, και μεγαλύτερο τμήμα είναι 10 θέσεων και μάλλον αντιπροσωπεύει την «γη των ζωντανών». Εκεί βρίσκονται τα σημεία αφετηρίας και εισόδου, αρχικής κίνησης το πέρασμα διπλής κατευθύνσεως προς το ποτάμι και η έξοδος. Ένα άνω τμήμα 4 θέσεων, αντιπροσωπεύει τον κόσμο του Άδη (που περιλαμβάνει και δύο ασφαλείς θέσεις, καταφύγια των 2 θέσεων το καθένα, ένα για κάθε παίκτη. Ανάμεσά τους στη μεσαία περιοχή βρίσκεται η μεγάλη παγίδα, το ποτάμι. Τα δυο καταφύγια, οι τέσσερις σημαντικές θέσεις, το ποτάμι, οι δέκα (πέντε και πέντε) απλές θέσεις, οι αφετηρίες και η έξοδος είναι οι θέσεις όπου μπορούν να καταλάβουν τα πιόνια με τις κατάλληλες ζαριές. Οι ασφαλείς θέσεις είναι οι τέσσερις επάνω, εκείνες με τα “λουλούδια” (ρόδακες), και η έξοδος.

Οι επικίνδυνες θέσεις, είναι το “ποτάμι” και τα τέσσερα άστρα πριν το ποτάμι (δύο θέσεις για κάθε παίκτη). Εκεί μπορεί να σε περιμένει ο αντίπαλος και να σε χτυπήσει.

Το παιχνίδι παίζεται από 2 παίκτες. Ο καθένας έχει στη διάθεσή του 7 πιόνια ή πούλια, λευκά ή μαύρα. Σκοπός είναι ξεκινώντας από την “αφετηρία” τους, να καταφέρουν να βγάλουν τα πιόνια τους από την “έξοδο” του παιχνιδιού ακολουθώντας μια διαδρομή. Όποιος βγάλει όλα τα πιόνια του πρώτος κερδίζει. Από τα 7 πιόνια μπορεί το παιχνίδι να παιχτεί με όλα ή με 5 για να είναι πιο σύντομο.

Προετοιμασία

1. Αποφασίστε ποιο χρώμα θα πάρει ο καθένας, Λευκά ή Μαύρα.

2. Τοποθετήστε το ταμπλό ανάμεσα στους δύο παίκτες (με την “Έξοδο” να είναι στα δεξιά του παίκτη με τα Λευκά).

3. Τοποθετήστε τα πιόνια σας στον επάνω χώρο της “πίστας”.

4. Ρίξτε το ζάρι (ή τα ζάρια, τα αυθεντικά είχαν σχήμα πυραμίδας). Όποιος παίκτης φέρει μεγαλύτερο αριθμό ξεκινά να ρίχνει το ζάρι πρώτος.

Η κίνηση στο παιχνίδι

Γίνεται με Ζαριές, όπου η καλύτερη ζαριά δίνει τέσσερα βήματα. Αν καμιά κίνηση δεν είναι δυνατή τότε χάνεται η ριξιά και παίζει ο αντίπαλος.

Με 1 ζάρι, μπορεί να δώσει 1-6. Η αξία αυτών στο παιχνίδι είναι ως εξής: 1, μία κίνηση, 2, δύο κινήσεις, 3, τρεις κινήσεις, 4, τέσσερις. Με ζαριά 5, μηδέν κινήσεις – χάνεται η σειρά. Με 6, τέσσερις κινήσεις και ξαναρίχνεις.

Η κάθε ζαριά έχει και κάποιο νόημα: 0, ατυχία, 1 φαγητό, 2, νερό, 3 τύχη.

Αν υπάρχουν τετράπλευρα δυαδικά (π.χ. Δίχρωμα) πυραμιδοειδή ζάρια (3 ή 4 για κάθε παίκτη ή κοινά) η κάθε ζαριά μπορεί να δώσει, 0, 1, 2, 3 ή 4 – για τρία ζάρια – ή 0, 1, 2, 3, 4 ή 5 για τέσσερα.

Μπορεί να γίνει “εξομοίωση” των τεσσάρων ζαριών πυραμίδας με δύο απλά ζάρια των οποίων το αποτέλεσμα αφαιρείται: 6-6=0, 6-1=5, 6-2=4, 6-3=3, 6-4=4, 6-5=1 κοκ.

Το παιχνίδι

Για να ξεκινήσει κάποιος πρέπει να μπει στην πίστα, στο σημείο εισόδου της πλευράς του. Αυτό όμως μπορεί να γίνει μόνο αν φέρει 4 ή 6. Οι παίκτες ρίχνουν το ζάρι εναλλάξ μέχρι κάποιος να φέρει 4 ή 6 και να βάλει το πρώτο πούλι στην αρχική θέση. Μετά μπορεί να το κινεί στη διαδρομή, ανάλογα με το τι φέρνει το ζάρι. Με 1 κινείσαι 1 θέση, με 2 κινείσαι δύο θέσεις, με 3 τρεις θέσεις,  με 4 τέσσερις θέσεις, με 5 δεν γίνεται κίνηση και ρίχνει ο αντίπαλος, και με 6 τέσσερις θέσεις και ξαναρίχνεις. Ή μπορεί να βάζει και άλλα πιόνια του στην πίστα (με 4 ή 6 μόνο). Δύο πιόνια δεν μπορούν να βρίσκονται στον ίδιο χώρο (ούτε κι αν είναι του ίδιου χρώματος) παρά μόνο στην “έξοδο” όπου μπορούν να υπάρχουν δύο. Αν φέρεις ζαριά που σε στέλνει σε θέση που πιάνει πιόνι του αντιπάλου το “χτυπάς” και το βγάζεις από την πίστα. Θα πρέπει να ξεκινήσει από την αρχή, με 4 ή 6. Υπάρχει στη διαδρομή ένα εμπόδιο παγίδα: το “ποτάμι”. Μετρά για θέση, αλλά αν η ζαριά σε φέρει σ’ αυτή πέφτεις μέσα και το πιόνι βγαίνει από την πίστα. “Γέφυρα” φτιάχνεις για να το περάσεις μόνο με ζαριά που σε στέλνει στην πρώτη θέση της αντίπερα “όχθης”. Οι θέσεις εκείνης της πλευράς είναι ασφαλείς. Δηλαδή δεν μπορεί να σε “χτυπήσει” ο αντίπαλος.  Αντίθετα, αν η ζαριά του τον στέλνει σε θέση που “κατέχεις”, χάνει την κίνηση (αφού δεν μπορεί άλλο πιόνι να τη μοιραστεί). Μπορεί κανείς να βρει καταφύγιο για δύο πιόνια με κινήσεις στις δύο θέσεις καταφυγίου που έχει ο καθένας. Εκεί μπορεί να βρεθεί κανείς προαιρετικά αλλά με τις κατάλληλες ζαριές μόνο, βγαίνοντας απ’ την πορεία του από την κορυφαία θέση (συνεχίζοντας επάνω, αντί για στροφή για κάτω). Η αναχώρηση από τα καταφύγια γίνεται με απλές ζαριές που δίνουν συνέχεια στην πορεία από την κορυφαία θέση και κάτω με όσους κανόνες περιγράφτηκαν πιο πάνω).

Κίνηση προς τα πίσω δεν επιτρέπεται η διαδρομή πρέπει να ολοκληρώνεται.

Περνώντας κα πάλι το ποτάμι πρέπει να βρεθείς στην θέση της όχθης ακριβώς.

Αυτό και το επόμενο σημείο είναι τα πιο επικίνδυνα. Μια τυχερή ζαριά από τον αντίπαλο στέλνει το πιόνι εκτός πίστας και θα πρέπει να ξεκινήσει από την αρχή.

Όποιο πιόνι φτάσει στην έξοδο μπορεί να βγει με ζαριά 4 ή 6 ή να περιμένει και η κίνηση να γίνει από άλλα. Η έξοδος μπορεί να μοιραστεί με άλλο πιόνι, ακόμα και του αντιπάλου. Αν μάλιστα εκεί βρεθούν δύο πιόνια του ίδιου παίκτη τότε δημιουργούν φράγμα στον αντίπαλο που δεν μπορεί να βγει και μένει ίσως κολλημένος σε επικίνδυνα σημεία.

Νικά όποιος βγάλει πρώτος όλα τα πιόνια του.

You can follow any responses to this entry through the RSS 2.0 feed.You can leave a response, or trackback from your own site.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

12 − 1 =