Jackson Pollock

«Δεν υπάρχουν τυχαία συμβάντα, όπως δεν υπάρχει και αρχή ή τέλος»

Ο Τζάκσον Πόλοκ, ο πέμπτος και μικρότερος γιός της Stella May McClure, γεννιέται στο Wyoming στις 28 Ιανουαρίου 1912. Η οικογενειακή του κατάσταση είναι σχετικά πολύπλοκη και χαρακτηρίζεται από συχνές μετακινήσεις (9 μετακομίσεις σε 16 χρόνια) σε πόλεις και πολιτείες της Αμερικής. Έτσι, ο ίδιος μεγαλώνει στην Αριζόνα και στη νότια Καλιφόρνια όπου δέχεται και τις πρώτες επιρροές του από την ινδιάνικη τέχνη και κυρίως από την ζωγραφική τους στην άμμο. Το 1928 μετακομίζουν στοLos Angeles όπου ο Πόλοκ γράφεται στοManual Arts High School και σύντομα βρίσκεται υπό την καθοδήγηση και επιρροή του Frederick John de St. Vrain Schwankovsky, ενός οραματιστή ζωγράφου που είναι παράλληλα και μέλος της Θεοσοφικής Εταιρίας. Ο Schwankovsky λοιπόν, του δίνει τις στοιχειώδεις γνώσεις περί ζωγραφικής σε θεωρητικό και πρακτικό επίπεδο, αλλά και ενθαρρύνει τον μέχρι τότε αγνωστικιστή Πόλοκ σε μια περαιτέρω μελέτη της Θεοσοφικής λογοτεχνίας. Η πνευματική αυτή αναζήτηση του Πόλοκ είναι αυτή που τον ωθεί αργότερα στο να ασπαστεί τις θεωρίες του Carl Jung για το ασυνείδητο.

«μόνο στο ασυνείδητο βρίσκεται το μεγάλο απόθεμα των ζωτικών ενεργειών μας και μόνο με την τέχνη μπορούμε να φτάσουμε ως εκεί. Το πιστεύω της πουριτανικής Αμερικής είναι ότι υπάρχουμε για να δρούμε. Το αντίθετο όμως είναι η αλήθεια: κάνουμε για να υπάρχουμε, εμείς φτιάχνουμε την ύπαρξη. Πριν από τη δράση δεν υπάρχει τίποτα, ούτε χώρος να κινηθούμε ούτε χρόνος για να διατηρηθούμε. Δεν υπάρχει υποκείμενο και αντικείμενο.» (Ιστορία της Τέχνης, σελ.320)

Going West (1973) Το 1929 ο Πόλοκ ακολουθεί τα χνάρια του αδερφού τουCharles και εγκαθίσταται στη Νέα Υόρκη όπου και παρακολουθεί μαθήματα στο Art Students League από τον καθηγητή του αδερφού του Thomas Hart Benton. Σπουδάζει εκεί για τα επόμενα δυόμισι χρόνια, μέχρι που φεύγει στις αρχές του 1933. Ακολουθούν δύο χρόνια φτώχιας, ένα με τον αδερφό του Charles και άλλο ένα με τον αδερφό του Sanford όπου και μοιράζεται με αυτόν και τη γυναίκα του ένα διαμέρισμα στοGreenwich Village μέχρι το 1942. Στα τέλη του 1935 ο Πόλοκ προσλαμβάνεται στο WPA Federal Art Project ως ζωγράφος, γεγονός που του προσφέρει μια σχετική οικονομική ασφάλεια. Σε αυτή την περίοδο, τα έργα του είναι επηρεασμένα τόσο από τις θεολογικές διδαχές του Benton όσο και από τον εξπρεσιονιστή αμερικανόAlbert Pinkham Ryder. (φωτογραφία: going west, 1934)

Οι πρώτες επιπτώσεις της εξάρτησης του Πόλοκ από το αλκοόλ αρχίζουν να φαίνονται το 1937, όπου ο καλλιτέχνης αρχίζει ψυχιατρική θεραπεία για αλκοολισμό μέχρι να υποστεί νευρικό κλονισμό έναν χρόνο αργότερα και να εγκλειστεί σε κλινική για περίπου τέσσερις μήνες. Μετά από αυτές τις εμπειρίες όμως, παρατηρείται στον ίδιο μια μεταστροφή προς μια ημιαφηρημένη τέχνη, επηρεασμένη από μεξικανούς ζωγράφους όπως οDavid Alfaro Siqueiros και οDiego Rivera, αλλά και από μοντέρνους ισπανούς ζωγράφους όπως ο Joan Miro και οPablo Picasso. Σταδιακά οι πίνακές του αποκτούν συμβολικά στοιχεία και γίνονται πιό σουρεαλιστικοί. Σε αυτό συμβάλλουν και δύο επιτυχημένοι ψυχαναλυτές οι οποίοι, βασισμένοι στις θεωρίες του Carl Yung, αναλαμβάνουν τη θεραπεία του μεταξύ 1939 και 1941 από την κατάθλιψη και την εξάρτηση από το αλκοόλ. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ψυχαναλυτές χρησιμοποιούν τους ίδιους τους πίνακες του Πόλοκ κατά τις συνεδρίες. Μερικοί από τους πίνακες που χαρακτηρίζουν αυτή τη φάση της ζωής του, αν και δεν τυγχάνουν θετικών κριτικών, είναι οι: Bird (1941), Male and Female (1942), Guardians of the Secret (1943) κ.α.

 

Η ωρίμανση

Jackson Pollock Το 1943 η Peggy Guggenheim τον προσλαμβάνει στην γκαλλερύ της «Art of This Century» στη Ν. Υόρκη και την ίδια χρονιά ο Πόλοκ παρουσιάζει την πρώτη του ατομική έκθεση σε εκείνη τη γκαλλερύ. Ο ίδιος ο Πόλοκ σχολιάζει κάπου την έλευσή της στη ζωή του σαν «κομήτης από το διάστημα, ή σαν ιέρεια κάποιας μεσοποτάμιας φυλής»…

Την ανατολή του 1944, φτιάχνει το πρώτο του έργο σε διαστάσεις τοίχου (Murals). Είναι μια επανάσταση, τόσο γι’αυτόν όσο και για την τέχνη, μια «αποκάλυψη» όπως λέει ο ίδιος. Απομακρυνόμενος από τις παραδοσιακές τεχνικές ζωγραφικής, ανακαλύπτει σιγά-σιγά ότι μπορεί να εκφράσει τις εσωτερικές του συγκρούσεις και τα άγχη του έχοντας ως θέμα την ίδια την πράξη της ζωγραφικής.

Παρατάει το πινέλο και το καβαλέτο, απλώνει στο πάτωμα μεγάλους μουσαμάδες και αρχίσει να στάζει, να πιτσιλάει ή να χύνει το χρώμα πάνω τους (μέθοδος που ο ίδιος επινόησε και ονόμασε dripping, κάτι που γενικότερα συνηθίζεται να λέγεται και action painting). Γυρνάει γύρω από το μουσαμά, πατάει πάνω του και στάζει ντούκο, χρώμα αλουμινίου ή σμαλτόχρωμα, με όλο το σώμα του να συμμετέχει κατά τη διάρκεια της ζωγραφικής. Έργα όπως το Shimmering Substance (1946) και το Eyes in the Heat (1946), είναι χαρακτηριστικά αυτής της μεταστροφής του και καταδεικνύουν το εύρος της φαντασίας του, το σουρεαλιστικό στοιχείο της τεχνικής του αλλά και την αγωνία του ίδιου να εκφραστεί μέσω της ζωγραφικής.

Το 1944 ο Πόλοκ παντρεύεται την Lee Krasner και ένα χρόνο αργότερα μετακομίζουν στο ανατολικό Hampton τουLong Island. Η Krasner (1911-84) είναι επίσης μια αφηρημένη εξπρεσιονίστρια της οποίας τα έργα τυγχάνουν σχετικής αναγνώρισης μόνο μετά το θάνατο του Πόλοκ. Παρ’όλαυτά, ο ίδιος την εκτιμά ως ζωγράφο και τη σέβεται. Του κάνει καλό αυτός ο γάμος, ίσως για το γεγονός ότι αυτή η γυναίκα μπορεί να τον κουμαντάρει και να τον ισορροπεί, ιδίως αν λάβουμε υπόψην τη ροπή του ίδιου προς το αλκοόλ και τις συχνές καταθλίψεις του. Πέρα απ’αυτό άλλωστε, κυρίως χάρη στην εργασία της συντηρούνται, η ίδια είναι αυτή που φροντίζει για τις δημόσιες σχέσεις του Πόλοκ και για τη γενικότερη εικόνα του, αλλά και η ίδια είναι αυτή που ανέχεται τις απιστίες του με την Guggenheim.

Γενικότερα, από τα τέλη της δεκαετίας του ’40 μέχρι τις αρχές του ’50, ο Πόλοκ είχε ατομικές εκθέσεις με τα νέα έργα του σχεδόν κάθε χρόνο, στην γκαλλερύ τηςGuggenheim μέχρι το 1947, στην γκαλλερύ της Betty Parsons από το 1947 μέχρι το 1952 και έπειτα στην γκαλλερύ της Sidney Janis. Μεταξύ 1951 και 1952 τα έργα του χαρακτηρίζονται από σκοτεινά χρώματα, όπως το Echo (1951) και το Number Seven(1952), ενώ από το 1952 αρχίζουν να γίνονται πολύχρωμα και φτάνουν στο ζενίθ τους μέχρι το 1953. Μερικά χαρακτηριστικά αυτής της περιόδου είναι το Convergence (1952) και  Blue Poles (1952).  Από τότε και ύστερα θεωρείται ότι βιώνει την παρακμή, αν και υπάρχουν αρκετά αξιόλογα έργα του, όπως το White Light (1954) και Scent (1955).

Στις 11 Αυγούστου 1956 ο Τζάκσον Πόλοκ αφήνει την τελευταία του πνοή σε αυτοκινητικό δυστύχημα, καθώς καρφώνεται με το αυτοκίνητό του σε ένα δέντρο, ώντας για άλλη μια (και τελευταία) φορά μεθυσμένος.

Στοιχεία Ι

Ο Πόλοκ ως άνθρωπος ήταν σχετικά εκκεντρικός και ακραίος, όπως οι περισσότεροι καλλιτέχνες άλλωστε. Παρατηρώντας τον νηφάλιο, βλέπουμε έναν άνθρωπο ευγενικό, πανέξυπνο και πολύ διαβασμένο. Ώντας μεθυσμένος όμως, μετατρέπεται σε ένα αφηνιασμένο άλογο, που ξεσπάει με βίαιο τρόπο σε οτιδήποτε βρεθεί στο δρόμο του.Jackson Pollock

Οι κριτικές που έπαιρνε ήταν αμφιλεγόμενες, καθώς άλλωτε ο τύπος προσπαθούσε να ασχοληθεί σοβαρά με το έργο του και άλλωτε το χαρακτήριζε απλά ως ένα καλλιτεχνικό καπρίτσιο. «Αν αυτό είναι τέχνη, τότε ο καθένας είναι καλλιτέχνης» ήταν ένα από τα αφελή σχόλια που ακούγονταν κατά καιρούς. Το γεγονός είναι ότι στην Ευρώπη ήταν πιό αποδεκτός, με εκθέσεις στηVenice Biennales το 1948, 1950, και 1956 καθώς και με ατομική έκθεση στο Παρίσι το 1952. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το ότι το 1949 ο Georges Mathieu, Γάλλος αφηρημένος ζωγράφος, τον χαρακτήρισε ως τον καλύτερο εν ζωή Αμερικανό ζωγράφο. Αυτό βέβαια δεν συναύδει με τις οικονομικές αποδοχές του Πόλοκ, καθώς ποτέ δεν πούλησε πίνακα ακριβότερο των 10.000 δολλαρίων, ενώ συχνά δυσκολευόταν πολύ να τα βγάλει πέρα.

Ένα μικρής διάρκειας έγχρωμο φιλμ που αποθανατίζει τον Πόλοκ κατά τη διάρκεια της ζωγραφικής διαδικασίας, γυρίστηκε από τον Paul Falkenberg και τονHans Namuth, με μουσική τουMorton Feldman και τιτλοφορούμενη ως «Jackson Pollock (1951)». Επίσης, το 2000 γυρίστηκε από τονEd Harris μια βιογραφική ταινία γύρω από τη ζωή και το έργο του Πόλοκ, την οποία συνιστώ ανεπιφύλακτα.

«Ζωγραφική της Δράσης» ή ζωγραφική?

Αν θελήσει κανείς να κατατάξει τον Πόλοκ σε κάποιο καλλιτεχνικό κίνημα, τότε το κίνημα του Αφηρημένου εξπρεσιονισμού είναι το πλέον κατάλληλο. Ο αφηρημένος εξπρεσιονισμός είναι ένας όρος που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1919 για να περιγράψει τα έργα του Καντίνσκυ, αλλά μέχρι τη δεκαετία του ’60 περιλάμβανε αρκετούς καλλιτέχνες. Μια άλλη πιό περιορισμένη ονομασία είναι «Σχολή της Νέας Υόρκης» και περιλαμβάνει τους καλλιτέχνες που έδρασαν στις δεκαετίες του ’50 και του ’60. Ο αφηρημένος εξπρεσιονισμός όμως περιλαμβάνει και διάφορες «τάσεις», καθώς κάποιοι (κυρίως κριτικοί) επιμένουν μέχρι αηδίας να βάζουν την τέχνη σε καλούπια. Οι δύο κύριες τάσεις είναι η Ζωγραφική της Δράσης και η ΖωγραφικήJackson Pollockτου Χρωματικού πεδίου. Εμείς ασχολούμαστε με τη Ζωγραφική της Δράσης (ή Δυναμική ζωγραφική, όπως πρότεινε ο κριτικός Χάρολντ Ρόζενμπεργκ) καθώς ο Πόλοκ θεωρείται ο εισηγητής της. Σε αυτή την τάση, η τοποθέτηση του χρώματος πάνω στον πίνακα είναι μείζονος σημασίας, καθώς οι καλλιτέχνες δεν έχουν σκοπό την απεικόνιση των συναισθημάτων τους πάνω στο μουσαμά, αλλά τη «διαδραμάτιση». Όπως είναι λογικό, αντικείμενα δεν υπάρχουν στα έργα, τόσο γιατί αποτελούν εμπόδιο για τη ζωγραφική όσο και γιατί τα αντικείμενα εδώ είναι τα ίδια τα συναισθήματα. Εξάλλου, ο καλλιτέχνης πλέον καταλαβαίνει πως δεν έχει ανάγκη να εκφράσει ή να αναπαραστήσει κάποιο αντικείμενο καθώς η εξωτερίκευση της εσωτερικής του φωνής και (συνεπώς) η τροφοδότηση του έργου με ένα κομμάτι της ψυχής του, αποτελεί τη μέγιστη για τον ίδιο πρόκληση.

Ο Πόλοκ, πάντως, δεν είναι αφηρημένος εξπρεσιονιστής, δεν είναι εισηγητής της Ζωγραφικής της Δράσης, δεν είναι ο σημαντικότερος εκφραστής της σχολής της Νέας Υόρκης και δεν είναι ο πατέρας της αμερικανικής ζωγραφικής. Μπορεί οι «κριτικοί» να τον εντάσσουν στα παραπάνω «από άποψη ιδιοσυγκρασίας» (όπως συνηθίζουν να δικαιολογούνται) και να τον τοποθετούν δίπλα στον Ντε Κούνινγκ, τον Φ. Κλάιν και τον Μπαζιώτη (ελληνικής καταγωγής W.Baziotes), αλλά ο ίδιος δεν εντάχθηκε ποτέ σε καμία ομάδα, ούτε άφησε επιγόνους.

Στοιχεία ΙΙ

Η τεχνική και το ύφος του Πόλοκ, κυρίως από τη δεκαετία του ’70 και μετά, επηρέασε πολλούς καλλιτέχνες όπου αναζητούσαν νέους τρόπους έκφρασης. Η τεχνική του άλλωστε δεν ήταν καθόλου τυχαία, πέρα από το αν ο κοινός θεατής αδυνατούσε να την καταλάβει και πόσο μάλλον να τη δεχτεί.

Ο πίνακας ξεκινά από τη σταγόνα χρώματος που πέφτει πάνω στο μουσαμά. Ακολουθεί η διαδικασία της ζωγραφικής κατά την οποία συμμετέχει όλο του το σώμα. Οι κινήσεις του είναι ουσιαστικά μια αυτόματη γραφή του σώματος που αποτυπώνεταιpollock297 πάνω στον πίνακα και αναδεικνύει τη δράση, τις χειρονομίες και την αγωνία του Πόλοκ να εκφράσει την εσωτερική του φωνή μέσα από τον πίνακα. Μερικές φορές αυτό μπορεί να πάρει αρκετές εβδομάδες, αλλά ακόμα και όταν τελειώσει το έργο και ο μουσαμάς έχει κοπεί στις διαστάσεις που θέλει, μπορεί να επαίμβει σε ορισμένα σημεία και να πραγματοποιήσει τυχόν διορθωτικές αλλαγές.

Στους πίνακες του Πόλοκ μπορεί να παρατηρήσει κανείς ότι υπάρχει μια αδιαμφισβήτητη ισορροπία και αυτό είναι και η απόδειξη ότι τίποτε δε γίνεται τυχαία. Σε οποιοδήποτε σημείο του πίνακα, δεν υπερτερεί κάποιο στοιχείο έναντι κάποιου άλλου. Ο ίδιος ο καλλιτέχνης ελέγχει τη ροή του χρώματος, αυτοσχεδιάζει αλλά έχει μια γενική αίσθηση του στόχου του, συμμετέχει στη δημιουργία του έργου αλλά και κατευθύνεται απ’αυτό. Φυσικά, εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι ούτε οι θεοσοφικές επιρροές, ούτε ο αλκοολισμός, ούτε οι πειραματισμοί με την αυτόματη γραφή ή οτιδήποτε άλλο μπορούν να μετατρέψουν τον οποιοδήποτε σε καλλιτέχνη.

Τελικά, ο Πόλοκ φαίνεται να ήξερε το μυστικό που θα τον λύτρωνε μέσα από τη ζωγραφική. Ήξερε ότι το σώμα του ήταν το μέσο έκφρασης του ασυνειδήτου και το άφηνε να εκδηλωθεί με κάθε τρόπο, με κάθε πινελιά. Το κατά πόσο το πέτυχε αυτό ο Πόλοκ, μπορεί να το δει κανείς στους πίνακές του, αρκεί να καταλάβει ότι αυτοί οι πίνακες έχουν δική τους ζωή και να τους αφήσει να του πουν την ιστορία τους….

«Άλλα 70 χρόνια και θα γίνω ένας καλός ζωγράφος. Το να είσαι ζωγράφος είναι σαν τη ζωή την ίδια. Εννοώ ότι το ζεις.» (γράμμα του 20χρονου τότε Πόλοκ προς τον πατέρα του, 1932)


Πηγές:

  • Wikipedia
  • Grand exhibitions The Pollock Phenomenon, Fabrizia Callegaro
  • Ιστορία της Τέχνης
You can follow any responses to this entry through the RSS 2.0 feed.You can leave a response, or trackback from your own site.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

two − one =