Τα Αερικά

 

Οι παραδόσεις για Αερικά στην Ελλάδα είναι χιλιάδες και μπορούν να γεμίσουν πάμπολλες σελίδες βιβλίων. Παραθέτω εδώ μια πολλή μικρή συλλογή αυτών που κατά την δική μου γνώμη είναι ενδιαφέρουσες. Στο μέλλον θα προστεθούν κι άλλες.

Οι Ανεράιδες (Σίκινος)
Οι Ανεράιδες είναι ωραίες γυναίκες ασπροφόρες, αλλά έχουνε ένα μεγάλο κουσούρι, πως το ένα τους πόδι είναι γαϊδουρινό. Αυτές μπορούν να βλάψουν όποιο θέλουν, σ’ άλλους όμως κάνουν καλό. Έναν από τον τόπο μας το έμαθαν να παίζει τη λύρα, και κανείς άλλος δεν μπορούσε να παίξει σαν αυτόν. Αν αρρωστήσει κανείς στην εξοχή, όλοι το ξέρουν πως από τις Αναράιδες το έπαθε.

Οι Νεράιδες (Σάμος)
Τις καλές κυράδες τις βλέπουν εκείνοι που ο φύλαγκάς των είναι αλαφρός. Αυτές μένουν σε λαγκάδια, σε λιβάδια και σε τόπους που έχουν δέντρα πολλά και νερά. Συχνά βγαίνουν στην Βρύση του Γιαννάκη στο Βαθύ, στο Κακκαβόρεμα και στα Μέρια κοντά στον Πύργο, Στους Ανρουλή το βόθανο στους Μυτιληνούς, και σ’ άλλα πολλά μέρη.
Οι Νεράιδες είναι γυναίκες πολύ όμορφες, με μακριά ξανθά μαλλιά, και αγαπούν τις χαρές και τα γλέντια. Αρπάζουν πολλές φορές καλούς τραγουδιστάδες και μουσικούς, για να τις διασκεδάσουν με τα τραγούδια και τα όργανά τους. Μα αρπάζουν και όμορφα παλικάρια για να κοιμόνται μαζί τους. Και όποιος κοιμηθεί με Νεράιδα, δεν μπορεί να πλησιάσει άλλη γυναίκα. Γι αυτό κι εκείνους που είναι ανίκανοι με τις γυναίκες, λέγουν πως τους άρπαξαν, όταν ήταν μικρότεροι οι Νεράιδες.
Άμα κανείς τους χαλάσει την ησυχία όταν τρώνε στο τραπέζι ή όταν διασκεδάζουν, του κάνουν μεγάλο κακό. Και γι αυτό, αν πάθει κανείς άξαφνα και χωρίς αιτία, ή σε χωράφι ή σε λόγγο ή σε λαγκάδι, και μάλιστα μεσημέρι, λέγουν πως τον ελάβωσαν οι Νεράιδες γιατί τους πάτησε την τάβλα απ’ όπου έτρωγαν ή τους χάλασε την διασκέδαση. Αυτό το ξεύρουν όλοι, και απαντήσει κανείς Νεράιδες, δεν βγάνει μιλιά, μόνο λέγει σιγανά «μέλι και γάλα στα φτερά σας!»

Οι Αλουστίνες (Σύμη)
Οι Αναράδες λέγονται και Αλουστίνες, γιατί βγαίνουν το καλοκαίρι, και μάλιστα τον Αύγουστο. Είναι γυναίκες νέες, όμορφες, αλλαμένες ή ασπροφόρες, έχουν όμως άτσες σαν του γαδάρου. Βγαίνουν το μεσημέρι ή τα μεσάνυχτα, τις νύχτες που να μην έχουν φεγγάρι, και χάνουνται το πολύ στις τρεις του πετεινού. Τρελαίνονται στο χορό, και αρπούν τους άντρες, νέους ή γέρους, και τους βάνουν στο χορό. Σα χορεύουν οι Αλουστίνες, τραγουδούν «Πάμπακος ή Μόλυβδος;» Όποιος πει «Μόλυβδος» τον αφήνουν μα όποιος πει «Πάμπακος» τον παίρνουν και φεύγουν.
Όποιος πιάσει Αλουστίνα, γίνεται ευτυχισμένος. Πρέπει να περιμένει τη στιγμή που κράσσει ο πετεινός, που θα χαθούν, να πιάσει από το χέρι εκείνη που διάλεξε και να την κρατάει σφιχτά να μην του φύγει. Σαν κράξει πάλι ο πετεινός κι εκείνη απομένει, τον ακολουθά και κάνει ότι της λέει.
Οι παλιοί έλεγαν σαν έβρεις το μεσημέρι Αλουστίνες, να προφτάσεις να πιάσεις καμία από τα μαλλιά. Αν πιάσεις Αλουστίνα, να την βάλεις να αλέθει, γιατί ποτέ δεν σώνεται το λέσιμο της Αλουστίνας.

Οι Νεράιδες οι βουνίσιες και οι θαλασσινές (Κάλαμαι)
Οι Νεράιδες δεν είναι το ίδιο όλες, μον’ άλλες είναι βουνίσιες κι άλλες θαλασσινές. Οι βουνίσιες εχθρεύονται πολύ τις θαλασσινές και κάθε Σάββατο βράδυ κατεβαίνουν από τα βουνά, κι οι θαλασσινές βγαίνουν από τη θάλασσα και πολεμούν. Αν νικήσουν οι βουνίσιες, χαρά σ’ έκεινον το βουνίσιο που θα απαντήσουν στο δρόμο τους όταν γυρίζουν στα βουνά, του κάνουν χίλια καλά. Αν τύχει όμως μπροστά τους κανείς θαλασσινός, αλίμονό του! Το ίδιο κάνουν κι οι θαλασσινές όταν νικήσουν: περιποιούνται τους θαλασσινούς και κατατρέχουν τους βουνίσιους.

Νεράιδες και Νεράιδοι (Κρήτη)
Στη Βιάννο που έχει πολλά νερά και πολλά δέντρα, κάθε ποτάμι και κάθε αυλάκι έχει Νεράιδες. Και στο Λασήθι, σε πολλές μεριές, μάλιστα στη βρύση κοντά στου Τζερμιάδου, έχει πολλές Νεράιδες και πολλούς Νεράιδους.
Στο Μιραμπέλο, κάτω από το χωριό την Κρηστά, στα νοτιοανατολικά του λιμανιού τ’ Αγίου Νικολάου, είναι ένας από τους αρμυρούς ποταμούς. Εκεί, στα καθάρια νερά του Αρμυρού, βγάζουν τ’ άσπρα τους τα φορέματα και κολυμπούν και βουτούν πανέμορφες Νεράιδες με την κυρά τους. Τις είδαν και πολλοί άλλοι, και παπάδες ακόμη.

Οι Γιαλούδες (Μύκονος)
Σε μια ρεματιά που λέγεται Ρουσουνάρα, κοντά στην χώρα, πλένουν όλη την ημέρα οι Γιαλούδες. Είναι νέες ασπροφόρες, και πολλές γυναίκες τις είδαν να πλένουν και ν’ απλώνουν τα ρούχα τους στον ήλιο να τα στεγνώσουν. Και σ’ άλλα μέρη της Μύκονος, κοντά σε στέρνες ή ρέματα, είδαν πολλές το καλοκαίρι Γιαλούδες να πλένουν. Μα άμα τις δει καμιά, αμέσως αφανίζονται.

Η Πεγαδίστρα (Οινόη Πόντου)
Σε κάθε πηγή είναι και μια Πεγαδίστρα, και όταν καμιά κόρη ή καμιά γυναίκα πηγαίνει πολύ πρωί, τη χαιρετά σιγανά «Καλημέρα κυρά-Πεγαδίστρα. Σαν τιλα τρέσεις εσύ, αέκα να τρέσει και η τύχε μου και σαν τιλα είσαι γεμάτο, να γεμίσει και η σακούλα μου»

Οι Αναράιδες στα χωράφια (Ερμούπολη, Ίος)
Ένας μια φορά στη Νιο, τ’ όνομά του Γιάννης, πήγαινε στα χωράφια τα μεσάνυχτα να μπλέξει κρομμύδια. Εκεί βλέπει πολλές Αναράιδες και του φωνάζανε «δεν ειν’ ώρα ακόμα!» Ηθέλανε να τον κάμουν να καταλάβει πως ήταν πολύ νύχτα. Ο Γιάννης από το φόβο του τα παράτησε κι ήφυγε, και πήγε την ημέρα.

Το Μαυρομάνικο Μαχαίρι (Ερμούπολη)
Στα Χρούσα πήγαινε ένας μ’ ένα φίλο του, και εκεί σ’ ένα μέρος σταθήκανε λιγάκι και χωριστήκανε. Στη στιγμή που χωριστήκανε, ήρθανε Νεράιδες και τον ηβάλανε στην μέση και του μιλούσανε. Αυτός δεν καταλάβαινε τι του λέγανε. Είχε όμως ακουσμένα πως άμα μπήξεις στη γη μαυρομάνικο μαχαίρι, φεύγουνε. Είχε πάνω του ένα τέτοιο μαχαίρι, και το έμπηξε και φύγανε.

Το φυλαχτό των Νεραιδώνε (Θουρία Καλαμών)
Μια γυναίκα γκαστρωμένη πήγε στο βουνό να μαζέψει λίγα βοτάνια, γιατί έκανε και τη γιάτρισσα. Εκεί, άξαφνα σηκώνεται ένας άνεμος και οι Νεράιδες που ήσαν μέσα την σύκωσαν και την πήγαν μακριά, σ’ ένα βουνό, και την εκράτησαν πολλές ημέρες μαζί τους. Την εσυμπάθησαν πολύ, κι όταν τους το ζήτησε, την πήγαν πάλι στο σπίτι της και της έδωκαν κι ένα φυλαχτό, που μ’ αυτό μπορούσε να γιατρεύει πολλές αρρώστιες.
Αυτή η γυναίκα, που έμεινε τόσον καιρό με τις Νεράιδες και είδε καλά, έλεγε πως αυτές είναι άλλη πλάση, σαν των ανθρώπων μα καλλίτερη. Παντρεύονται μεταξύ τους, γιατί είναι και αρσενικοί Νεράιδοι, και κάνουν παιδιά. Οι Νεράιδες είναι πανώριες κοπέλες με μάτια μυγδαλωτά, με μακριά μαύρα μαλλιά και είναι πάντα ασπροντυμένες.

Ο άντρας της Νεράιδας (Λεβαδειά)
Τον παλαιό καιρό στο Δίστομο, ήταν ένας ωραίος άντρας και τον αγάπησε μια Νεράιδα. Τον παντρεύτηκε, εκάμανε παιδιά, και η γενεά τους υπάρχει ακόμη στο Δίστομο, και λεν γι’ αυτούς είναι από Νεράιδας σόγι.

(Οι Παραδόσεις είναι παρμένες από το βιβλίο του Νικόλαου Γ. Πολίτη «Παραδόσεις» Α’ & Β’ τόμος, εκδόσεις «γράμματα»)

Pages: 1 2 3 4 5 6
You can follow any responses to this entry through the RSS 2.0 feed.You can leave a response, or trackback from your own site.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

3 × three =